Μ΄ ένα σακίδιο στον ώμο ψάχνω να βρω καινούργιο δρόμο, μου έχει γίνει πεπρωμένο ν’ ακολουθώ πιστά το τρένο, και με το πέρασμα της μέρας χάρτης μου ο πολικός αστέρας Πίσω μου έχει μόνο στάχτη κι από μπροστά υψώνουν φράχτη, παλεύω της ψυχής τα πάθη με του μυαλού την αυταπάτη, κι ότι κι αν βρήκα στη ζωή μου τα δίνω στο διακινητή μου Με κόντρα κύμα κίνησα με βάρκα την ελπίδα, και την καρδιά πυξίδα που ψάχνει για στεριά Πέρα απ’ τον πόνο κύλησα για να ξεχνώ όσα είδα, είχαμε και πατρίδα μα δεν υπάρχει πια , μα δεν υπάρχει πια Έχω για σπίτι ένα σκηνάκι αναζητώντας την Ιθάκη, που μπάζει πάχνη από μιαν άκρη στης χαραυγής το πρώτο δάκρυ, μα σαν ζεσταίνει λέω γέλα, στης Ειδομένης τη φαβέλα Σ’ όλους αυτούς που δε με θέλουν, στιχάκια γράφω για να ξέρουν Δε θα φεύγα απ’ τον τόπο μου αλλού να γίνω ξένος, μα νιώθω σαν χαμένος σε θάλασσα βαθιά. Η αλληλεγγύη το όπλο μας στου πόλεμου το μένος, και ιερό μας χρέος να σώσουμε παιδιά, την άλλη τη γενιά